Loading...

IVF – Εξωσωματική Γονιμοποίηση

H εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF) είναι η διαδικασία κατά την οποία τα ωάρια γονιμοποιούνται από τα σπερματοζωάρια έξω από τη μήτρα, in vitro. Η εξωσωματική γονιμοποίηση (ΕΓ για συντομία) είναι μια σημαντική θεραπεία υπογονιμότητας όταν άλλες μέθοδοι υποβοηθούμενης αναπαραγωγής έχουν αποτύχει. Η διαδικασία για την εξωσωματική γονιμοποίηση περιλαμβάνει τον ορμονικό έλεγχο της διαδικασίας της ωορρηξίας και τη λήψη των ωαρίων από τις ωοθήκες της γυναίκας προκειμένου να γονιμοποιηθούν από το σπέρμα μέσα σε υγρό μέσο. Το γονιμοποιημένο ωάριο (ζυγώτης) μεταφέρεται στη συνέχεια στη μήτρα, με σκοπό να δημιουργήσει μια επιτυχημένη εγκυμοσύνη.

Το πρώτο μωρό in vitro, ήταν η Louise Brown και γεννήθηκε το 1978. Με την πάροδο των ετών και την εξέλιξη της τεχνολογίας, οι διαδικασίες για την επίτευξη της εγκυμοσύνης μέσω εξωσωματικής γονιμοποίησης έχουν γίνει πιο απλές, πιο ασφαλείς και πιο επιτυχημένες.

Βήματα στη διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης:

Διέγερση των ωοθηκών για παραγωγή πολλών ωαρίων

Ο κύκλος θεραπείας ξεκινά συνήθως την τρίτη ή την 21η – 22η ημέρα της έμμηνου ρύσεως και περιλαμβάνει τη χορήγηση φαρμάκων γονιμότητας για τη διέγερση και ανάπτυξη πολλαπλών ωοθυλακίων στις ωοθήκες. Στην πλειονότητα των ασθενών χορηγούνται ενέσιμες γοναδοτροπίνες (συνήθως ανάλογα της ορμόνης FSH) και οι ασθενείς βρίσκονται υπό στενή παρακολούθηση. Η παρακολούθηση αυτή συνίσταται σε ελέγχους του επιπέδου οιστραδιόλης και μέσω γυναικολογικών υπερηχογραφημάτων, η ανάπτυξη των ωοθυλακίων. Τυπικά οι ενέσεις γίνονται για διάστημα περίπου 10 ημερών. Η αυθόρμητη ωορρηξία κατά τη διάρκεια του κύκλου συνήθως εμποδίζεται από τη χρήση των GnRH αγωνιστών ή ανταγωνιστών GnRH, η οποία εμποδίζει τη φυσική αύξηση της Λουτεϊνικής ορμόνης (LH).

Λήψη των ωαρίων από την ωοθήκη

Όταν η ωρίμανση των ωοθυλακίων κρίνεται επαρκής, παρέχεται η χοριακή γοναδοτροπίνη (hCG). Η εν λόγω «πράκτορας», ενεργεί ως ανάλογη της Λουτεϊνικής ορμόνης και θα μπορούσε να προκαλέσει ωορρηξία σε περίπου 42 ώρες μετά την ένεση, αλλά πρώτα πραγματοποιείται η διαδικασία λήψης των ωαρίων από την ωοθήκη.

Τα ωάρια ανακτώνται από την ασθενή χρησιμοποιώντας μια τεχνική που βασίζεται στην κατεύθυνση μιας βελόνας μέσω υπερήχων προκειμένου να διατρήσει το κολπικό τοίχωμα και να φθάσει στις ωοθήκες. Μέσω αυτής της βελόνας μπορεί να γίνει αναρρόφηση των ωοθυλακίων ενώ το υγρό του ωοθυλακίου αποδίδεται στο εργαστήριο εξωσωματικής γονιμοποίησης, για τον εντοπισμό των ωαρίων. Συνήθως ανακτώνται από πέντε έως και δεκαπέντε ωάρια. Η διαδικασία λήψης διαρκεί περίπου 20 λεπτά και γίνεται υπό συνειδητή νάρκωση ή γενική αναισθησία.

Γονιμοποίηση του ωαρίου και καλλιέργεια των εμβρύων στο εργαστήριο εξωσωματικής γονιμοποίησης.

Στο εργαστήριο, τα ωάρια «καθαρίζονται» από τα γύρω κύτταρα και προετοιμάζονται για τη γονιμοποίηση. Εν τω μεταξύ, το σπέρμα είναι έτοιμο για τη γονιμοποίηση με την αφαίρεση των ανενεργών κυττάρων και του σπερματικού υγρού. Εάν το σπέρμα που παρέχεται είναι απο δότη, συνήθως έχει προετοιμαστεί για επεξεργασία πριν να καταψυχθεί και μπει σε καραντίνα προκειμένου να είναι άμεσα έτοιμο για χρήση μετά την απόψυξη.

Το σπέρμα και τα ωάρια επωάζονται μαζί (σε αναλογία περίπου 75,000:1) σε μέσα καλλιέργειας για περίπου 18 ώρες. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το ωάριο θα γονιμοποιηθεί μέσα σε αυτόν το χρόνο και θα παρουσιάσει δύο προ-πυρήνες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως μικρός αριθμός σπερματοζωαρίων ή χαμηλής κινητικότητας αυτών, ένα μόνο σπερματοζωάριο χορηγείται απευθείας στο ωάριο με τη χρήση ενδοωαριακής έγχυσης σπερματοζωαρίου (ICSI). Το γονιμοποιημένο ωάριο τοποθετείται σε ένα ειδικό μέσο ανάπτυξης και αφήνεται για περίπου 48 ώρες μέχρι να φτάσει στο στάδιο 6-8 κυττάρων.

Τα εργαστήρια έχουν αναπτύξει μεθόδους βαθμολόγησης προκειμένου να κρίνουν την ποιότητα του ωαρίου και του εμβρύου. Συνήθως, τα έμβρυα που έχουν φθάσει στο στάδιο 6-8 κυττάρων μεταφέρονται στη μήτρα, τρεις ημέρες μετά τη δημιουργία τους. Σε πολλά Αμερικανικά και Αυστραλιανά προγράμματα ωστόσο, τα έμβρυα τοποθετούνται σε ένα εκτεταμένο σύστημα καλλιέργειας, όπου η μεταφορά γίνεται στο στάδιο της βλαστοκύστης, δηλαδή σε περίπου πέντε ημέρες μετά την δημιουργία τους, ειδικά αν πολλά καλής ποιότητας έμβρυα είναι ακόμα διαθέσιμα την τρίτη ημέρα. Η εμβρυομεταφορά στο στάδιο των βλαστοκύστεων έχει αποδειχθεί ότι οδηγεί σε λίγο υψηλότερα ποσοστά εγκυμοσύνης γι’ αυτό και συνηθίζεται στη μονάδα μας. Στην Ευρώπη, συνηθίζεται οι μεταφορές να γίνονται μετά από 2 ημέρες.

Η εμβρυομεταφορά

Τα έμβρυα αξιολογούνται από την εμβρυολόγο με βάση τον αριθμό των κυττάρων, την ομαλότητα της ανάπτυξης και το βαθμό κατακερματισμού. Ο αριθμός που πρόκειται να μεταφερθεί εξαρτάται από τον αριθμό που διατίθενται, την ηλικία της γυναίκας καθώς άλλων παραγόντων της υγείας και βάση της διάγνωσης. Σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία, το μέγιστο των εμβρύων που μεταφέρονται είναι δύο με εξαίρεση κάποιες ασυνήθιστες συνθήκες.

Τα έμβρυα που κρίνονται ότι είναι τα “καλύτερα” μεταφέρονται στη μήτρα της ασθενούς με ένα λεπτό, πλαστικό καθετήρα, ο οποίος περνά μέσα από το κόλπο και τον τράχηλο. Δύο μέχρι τέσσερα έμβρυα μπορούν να μεταφερθούν στη μήτρα προκειμένου να αυξηθούν οι πιθανότητες της εμφύτευσης και βέβαια της κύησης.

Πότε η εξωσωματική γονιμοποίηση θα μπορούσε να αποτελέσει επιλογή

  • Απουσία σαλπίγγων ή ασθένεια αυτών που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί επιτυχώς με χειρουργική επέμβαση
  • Ενδομητρίωση που δεν έχει ανταποκριθεί σε ιατρική ή χειρουργική θεραπεία
  • Κάποιος παράγοντας που συμβάλλει στην ανδρική υπογονιμότητα και παρουσιάζεται χαμηλός αριθμός σπερματοζωαρίων ή χαμηλή κινητικότητα, αλλά υπάρχει αρκετό ενεργό σπέρμα για να επιτρέψει τη γονιμοποίηση στο εργαστήριο
  • Σοβαρός ανδρικός παράγοντας υπογονιμότητας όπου τα σπερματοζωάρια πρέπει να ληφθούν χειρουργικά
  • Ανεξήγητη υπογονιμότητα που δεν έχει ανταποκριθεί σε άλλες θεραπείες
  • Δευτεροβάθμια στειρότητα που οφείλεται σε αντισώματα σπέρματος
  • Γενετικές ασθένειες που έχουν ως αποτέλεσμα αποβολή ή ανώμαλη γέννηση.

Share This Page!